Το πρώτο εμβόλιο και ο άνθρωπος πίσω από αυτό…
Κάθε φορά που η ανθρωπότητα έρχεται αντιμέτωπη με κάποιο νέο παθογόνο μικροοργανισμό, η επιστήμη ρίχνεται στη μάχη για την εύρεση των δύο πιο βασικών όπλων για την καταπολέμησή του: ενός φαρμάκου και ενός εμβολίου. Το φάρμακο είναι απαραίτητο για την ίαση των ασθενών, ενώ το εμβόλιο για την πρόληψη έναντι της ασθένειας. Την ώρα που η ανακάλυψη της πενικιλίνης είναι μία γνωστή ιστορία, λίγοι είναι αυτοί που γνωρίζουν την ιστορία πίσω από τη χρήση του πρώτου εμβολίου, αλλά και τον άνθρωπο που το ανακάλυψε.
Ποιος ήταν, λοιπόν, ο Edward Jenner και πώς δημιουργήθηκε το πρώτο εμβόλιο;
Ο Edward Jenner γεννήθηκε στις 17 Μαΐου του 1749 στο Berklee. Κατά τη διάρκεια των πρώτων σχολικών ετών ανέπτυξε ένα έντονο ενδιαφέρον για την επιστήμη και τη φύση, το οποίο συνεχίστηκε καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του. Στην ηλικία των 13 ετών ήταν μαθητευόμενος ενός χειρουργού και φαρμακοποιού. Μετά την ολοκλήρωση αυτής της μαθητείας στην ηλικία των 21 ετών, ο Jenner πήγε στο Λονδίνο και έγινε φοιτητής του John Hunter, ο οποίος ήταν μέλος του προσωπικού του νοσοκομείου του Αγίου Γεωργίου. Ο Hunter δεν ήταν μόνο ένας από τους πιο διάσημους χειρουργούς στην Αγγλία, αλλά επίσης ήταν και ένας αξιοσέβαστος βιολόγος και επιστήμονας ο οποίος εκτελούσε πειράματα. Αν και ο Jenner είχε ήδη μεγάλο ενδιαφέρον για τις φυσικές επιστήμες, η συνύπαρξή του με τον Hunter, αύξησε ακόμα περισσότερο την περιέργειά του. Σπούδασε γεωλογία και πραγματοποίησε πειράματα με ανθρώπινο αίμα. Επίσης, μετά από πρόταση του Hunter, ο Jenner διεξήγαγε μελέτη για το γνωστό πτηνό, τον κούκο.
Εκτός από την εκπαίδευσή του και την εμπειρία του στον τομέα της βιολογίας, ο Jenner έκανε σημαντική πρόοδο στην κλινική χειρουργική, ενώ το 1773 επέστρεψε στο Berklee για να ασκήσει την ιατρική. Τότε λοιπόν, αποφάσισε να ασχοληθεί με κάποιες παρατηρήσεις τις οποίες είχε κάνει από την εποχή που ήταν ακόμα μαθητευόμενος. Ο Jenner είχε παρατηρήσει πως άτομα, τα οποία είχαν μολυνθεί από δαμαλίτιδα, μια σχετικά αθώα νόσο των βοοειδών, σύμπτωμα της οποία ήταν η ύπαρξη πυωδών εξανθημάτων, δεν πάθαιναν ευλογιά. Η ευλογιά αποτελούσε μία εξαιρετικά επικίνδυνη νόσο και μάστιγα στην Ευρώπη κατά το 18ο. Μελετώντας το φαινόμενο κατέληξε στη σκέψη ότι η μετάδοση της δαμαλίτιδας από ένα πάσχον σε ένα υγιές άτομο θα μπορούσε να ενεργήσει ως προληπτικό μέσο κατά της ευλογιάς.
Έτσι, στις 14 Μαΐου του 1796 μόλυνε τον 8χρονο James Phipps, γιο του κηπουρού του, με πύον (δαμάλειο λύμφη) από το δάχτυλο μιας βοσκοπούλας η οποία είχε προσβληθεί από δαμαλίτιδα. Το αγόρι παρουσίασε λίγο πυρετό και τοπική διαπύηση (πύον στην περιοχή της μόλυνσης), τα οποία πέρασαν γρήγορα. Ύστερα από ενάμιση μήνα, την 1η Ιουλίου του ίδιου έτους, ο Jenner μόλυνε το δαμαλισμένο παιδί με υλικό παρμένο από ασθενή με ευλογιά. Το παιδί δεν αρρώστησε και φάνηκε πως η προστασία ήταν πλήρης. Ξέροντας πως η λατινική λέξη για την αγελάδα είναι vacca και της δαμαλίτιδας vaccinia, ο Jenner αποφάσισε να ονομάσει τη νέα αυτή διαδικασία vaccination (μετέπειτα εμβολιασμός).
Την πρώτη του ανακοίνωση ο Jenner την έκανε στην Βασιλική Εταιρία το 1797, η οποία όμως την απέρριψε. Ακολούθησε (το 1798) το δημοσίευμά του με τίτλο «Έρευνα Αιτιών και Αποτελεσμάτων της Ευλογιάς της Δαμάλεως, Νόσου Γνωστής υπό το Όνομα Δαμαλίτις». Στη συνέχεια ο Jenner πήγε στο Λονδίνο αναζητώντας εθελοντές για τον εμβολιασμό, ωστόσο, έπειτα από τρεις μήνες, δεν είχε βρει κανέναν. Τα επόμενα χρόνια διεξήγαγε μια έρευνα σε εθνικό επίπεδο, αναζητώντας την απόδειξη αντοχής στην ευλογιά ή τη διαφοροποίηση ανάμεσα σε άτομα τα οποία είχαν δαμαλίτιδα. Τα αποτελέσματα αυτής της έρευνας επιβεβαίωσαν τη θεωρία του. Παρά τα σφάλματα, τις πολλές διαμάχες και την πικρία, η χρήση του εμβολίου εξαπλώθηκε ταχέως στην Αγγλία και μέχρι το 1800, είχε φτάσει και στις περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες.
Παρόλο που έλαβε παγκόσμια αναγνώριση και πολλές διακρίσεις, ο Τζένερ δεν προσπάθησε να πλουτίσει με την ανακάλυψή του. Στην πραγματικότητα αφιέρωσε τόσο πολύ χρόνο στην έρευνά του, που όλες οι προσωπικές του υποθέσεις και τα υπόλοιπα ενδιαφέροντά του ήρθαν σε δεύτερη μοίρα. Η ζωτικής σημασίας αξία του εμβολιασμού αναγνωρίστηκε δημόσια στην Αγγλία όταν το 1802 το βρετανικό κοινοβούλιο χορήγησε στον Τζένερ το ποσό των £10,000, ενώ πέντε χρόνια αργότερα του χορήγησε £20,000 ακόμα. Ωστόσο, δεν κέρδισε μόνο τιμητικές διακρίσεις, αλλά βρέθηκε επίσης και στο επίκεντρο χλευαστικών επιθέσεων.
Όσον αφορά την προσωπική του ζωή, παντρεύτηκε το 1788 και απέκτησε 4 παιδιά ενώ είχε χτίσει μία μονόχωρη καλύβα στον κήπο, όπου εμβολίαζε δωρεάν φτωχούς ανθρώπους. Μετά από μια δεκαετία τιμητικών διακρίσεων αλλά και οργισμένων αποδοκιμασιών σταδιακά αποσύρθηκε από τη δημόσια ζωή και επέστρεψε στην πρακτική της ιατρικής στο Berklee. Το 1810 έχασε το μεγαλύτερο γιο του από φυματίωση, ενώ το 1815 πέθανε από φυματίωση και η σύζυγός του. Η θλίψη τον έκανε τα κλειστεί στον εαυτό του και να αποσυρθεί περαιτέρω από τη δημόσια ζωή. Στις 23 Ιανουαρίου του 1823, θα επισκεφτεί τον τελευταίο του ασθενή, έναν ετοιμοθάνατο φίλο του. Πεθαίνει στις 26 Ιανουαρίου του 1823 μετά από ένα μοιραίο εγκεφαλικό επεισόδιο και κηδεύεται δίπλα από τους γονείς του, τη γυναίκα του και το γιο του.
Παρά τις πολλές δυσκολίες τις οποίες αντιμετώπισε, ο Jenner αφιέρωσε όλη του τη ζωή στην επιστήμη για την ευημερία του κοινωνικού συνόλου. Έτσι, κάθε φορά που πηγαίνουμε να κάνουμε ένα εμβόλιο, το οποίο γνωρίζουμε πως δυνητικά μας σώζει τη ζωή, μπορούμε να τον σκεφτόμαστε για ένα δευτερόλεπτο και να χαμογελάμε.
Σας άρεσε; Μοιραστείτε το!
Ακούστε το Podcast
- Papyrus Larousse Britannica – Edward Jenner
- Riedel S. Edward Jenner and the history of smallpox and vaccination. Proc (Bayl Univ Med Cent) (2005), 18:21-25.
- Willis NJ. Edward Jenner and the eradication of smallpox. Scott Med J (1997), 42:118-121
- Mullin D. Promitheus in Gloucestershire: Edward Jenner, 1749-1823. J Allergy Clin Immunol (2003), 112:810-814.